Κυριακή 23 Μαΐου 2010

επικαιρο και αληθινό


Οταν ο Σόλων κόπηκε στις Πανελλαδικές
Tου Παντελη Μπουκαλα

Τον άκουσα κάποια στιγμή στην τηλεόραση να λέει το παράπονό του και να το λέει καρτερικά, χωρίς τον τόνο του μελοδραματισμού, που συνήθως μας αποστερεί το μισό δίκιο μας έτσι ναρκισσιστικά όπως το φουσκώνει. Συνταξιούχος άνθρωπος, πλήττεται και αυτός από τα εξουθενωτικά μέτρα της σοσιαλεπώνυμης πλην καταφανώς αΔυΝαΤισμένης κυβέρνησής μας. «Μου αρέσει πολύ το θέατρο, ο κινηματογράφος και το διάβασμα. Τώρα με τις μειώσεις θ’ αναγκαστώ να τα κόψω», λέει χωρίς να πολυκοιτάζει την κάμερα. Και πείθομαι μεμιάς, ενστικτωδώς, πως δεν θα μελαγχολούσε βαθύτερα αν έλεγε ότι θα βρεθεί στην ανάγκη να περικόψει κάτι, λίγο ή πολύ, από την ημερήσια δίαιτά του. Για την απολύτως αναγκαία πολυτέλεια που νοστιμεύει και νοηματοδοτεί τον βίο μιλούσε, κατά πόδας του Βολταίρου, πικραμένος που πια θα πρέπει να «ψυχαγωγείται» αποκλειστικά από την τηλεόραση. Τρεις - τέσσερις μέρες έπειτα, όταν ακούστηκε σε ποιο θέμα εξετάστηκαν οι λυκειόπαιδες στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας την πρώτη ημέρα των Πανελλαδικών, κατάλαβα πως αν ο καλός μας γέροντας έδινε κι αυτός εξετάσεις, θα κοβόταν σίγουρα. Δεν θα περνούσε τη βάση. Οσο κι αν ζοριζόταν, τι ψευτολυρικό θα κατάφερνε να γράψει για την αυτομόρφωση και τη διά βίου μάθηση κάποιος που του τη στερεί η βίαιη και απότομη αλλαγή της συνθήκης του βίου του, αυτήν τη διά βίου μάθηση που έγινε πια και τμήμα στον αυτάρεσκο τίτλο του υπουργείου Παιδείας, λες και τα γενναιόδωρα ονόματα αρκούν για ν’ αλλάξουν τα στενεμένα πράγματα.

Αλλά και τα παιδιά, τα παιδιά μας, που κι αυτά η τηλεόραση τα ψυχαγωγεί και τα εκπαιδεύει, και τα οποία οδηγούνται κάθε χρόνο στην τελετή της βίαιης ενηλικίωσής τους με όλο και λιγότερες ψευδαισθήσεις και όλο και περισσότερο άγχος (κατακλύζονται τα κανάλια τις προεξεταστικές ημέρες από ψυχολόγους και διαιτολόγους, που δίνουν τις κοινότοπες συμβουλές τους προς σωτηρίαν, αν όχι των μαθητών, πάντως της φήμης τους και του πελατολογίου τους), τι πράγματι θα ήθελαν να γράψουν για να βρεθούν όσο πιο κοντά γίνεται στην αλήθεια τους, όσο πιο κοντά ταιριάζει στην ηλικία τους που, θεωρητικά, βρίσκεται ακόμα κάπως μακριά από την πεπολιτισμένη αυτολογοκρισία; Ο φόβος ή η υποψία ότι, αν ξεφύγουν από το «πρέπει» που τους υπαγορεύει με ετήσια κανονικότητα το ίδιο το εξεταστικό θέμα, ίσως να δουν τους βαθμούς τους να μειώνονται, δεν τους επιτρέπει να γράψουν αυθόρμητα, κριτικά, επιθετικά, να καταθέσουν ό, τι όντως αισθάνονται και πιστεύουν· αυτά που λίγους μήνες πριν ίσως είχαν κατέβει στους δρόμους απαιτητικά, πρέπει την επίσημη ώρα να στρογγυλέψουν τα αισθήματά τους, να συνετιστούν προληπτικώς και να γράψουν όσα επιθυμεί να ακούσει η ενήλικη σοβαρότητα, αιχμάλωτη της υποκρισίας της. Αλλά έτσι ακριβώς διδάσκουμε τα παιδιά, ότι, για να προκόψουν, είναι υποχρεωμένα να χρησιμοποιούν τις μεν ιδέες τους, όσες έχουν, σαν διαβατήριο που οφείλεις να το σκίσεις για να σου επιτραπεί να περάσεις στην επικράτεια της «ωριμότητας», τις δε λέξεις σαν τσόφλια, αδειασμένες από το οξύ νόημά τους· τα μαθαίνουμε δηλαδή να συμμορφώνονται έγκαιρα και να πειθαρχούν, να γερνούν πριν έρθει η ώρα τους.

Ωσπου να φτάσεις στην τρίτη λυκείου, λοιπόν, θα ’χεις ακούσει σίγουρα από κάποιον καθηγητή σου, θα ’χεις διαβάσει σε κάποιο από τα βιβλία σου ή, έστω, θα το έχεις εντοπίσει στον μπούσουλα κάποιου φροντιστηρίου, και θα φρόντισες να το αποστηθίσεις, εκείνο το αριστοτελικό για τον άνθρωπο που φύσει ορέγεται του ειδέναι. Και δεν μπορεί, γενιές και γενιές το μάθαμε, θα το έχεις μάθει και εσύ πως ο Σόλων, ένας από τους εφτά σοφούς της αρχαιότητας προς την οποία έχουμε πάντοτε στραμμένη τη ρητορική μας, κήρυττε εκείνο το «γηράσκειν αιεί πολλά διδασκόμενος» ή «γηράσκω αεί διδασκόμενος» στην παραπλήσια κοινόχρηστη (και καδραρισμένη κάποτε στα σχολεία) εκδοχή του. Και, αυτό προπάντων, δεν το κήρυττε απλώς, σαν κάποιος δάσκαλος που δίδασκε και λόγον δεν εκράτει, αλλά το ζούσε. «Ομολογουμένως εραστής της σοφίας» όπως ήταν, σύμφωνα και με τη βιογράφησή του από τον Πλούταρχο, ταξίδεψε από χώρα σε χώρα για να αποκτήσει γνώσεις και εμπειρίες και όχι για να πλουτίσει («πολυπειρίας ένεκα μάλλον και ιστορίας ή χρηματισμού πλανηθήναι τον Σόλωνα»).

Και λοιπόν; Πώς να χρησιμοποιήσεις το κήρυγμα και το παράδειγμα του Σόλωνα στην περίληψη που οφείλεις να γράψεις για να ανταποκριθείς στο οδηγητικό κείμενο που έθεσε προ των οφθαλμών σου η εξεταστική επιτροπή; Πώς να συμβιβάσεις τα ασυμβίβαστα, αυτό που όντως νιώθεις και επιθυμείς με ό, τι υποχρεούσαι να συντάξεις και να παρουσιάσεις σαν δήθεν προσωπική σου άποψη ενώ άλλο δεν είναι παρά ένα αναμάσημα όσων «σωστών» σού εμφυτεύτηκαν στο φροντιστήριο; Εσύ, στην καλή σου ώρα, που μένει καλή κι ας τη συμπιέζουν τα γονικά άγχη και τα κοινωνικά φορτώματα, θα ’θελες να ομολογήσεις ευθαρσώς την πίστη σου, έστω και δίχως να πετυχαίνεις πάντοτε τις πλουμιστές λέξεις, πως η μόρφωση, η αυτομόρφωση και η διά βίου μάθηση (εκείνη η αυτοδιδασκαλία του Κοραή, τέλος πάντων) ευτελίζονται και απαξιώνονται αν σαν στόχος τους επιβάλλεται η «χρησιμότητα»: μάθε για να πάρεις βαθμούς, μάθε για να πετύχεις καλούτσικο απολυτήριο, μάθε για να περάσει στις Πανελλαδικές... Θα ’θελες να γράψεις, να το πεις φωναχτά μήπως κι ακουστείς (μήπως σε ακούσει η υπουργός Παιδείας, λ. χ., που από δεκάδες εκθέσεις ζωγραφικής έκρινε σπουδαιότερη και ως εκ τούτου την εγκαινίασε την έκθεση ενός «επωνύμου» των Μέσων, δείχνοντας έτσι άθελά της πώς εννοεί η ίδια τη διά βίου μάθηση), ότι μέσα από την αλυσίδα των ωφελιμοθηρικών εκπτώσεων το «μαθαίνω» μεταφράζεται σε «αποστηθίζω», η παιδεία συρρικνώνεται σε καταναγκαστικό βαθμοθηρικό μηχανισμό και στο τέλος δεν σώζεται ένα κομματάκι ψυχής και πνεύματος για να τρυπώσουν σπουδαίες και τόσο δοξολογημένες έννοιες όπως η ανώφελη με τα ισχύοντα μέτρα και σταθμά όρεξη του ειδέναι, η απόλαυση της ανάγνωσης, η χαρά της αναζήτησης και της εύρεσης, η τέρψη της γνώσης. Η τέρψη για την τέρψη, ναι, τι πολυτιμότερο. Αλλά και τι πιο εκτός τόπου και χρόνου. Το απόσπασμα που δόθηκε στους μαθητές για να το συνοψίσουν, δηλαδή να το εγκολπωθούν, και ανεξάρτητα από όσες άλλες ιδέες διατυπώνει η συγγραφέας του Αλεξάνδρα Κορωναίου σε άλλες σελίδες του βιβλίου της «Εκπαιδεύοντας εκτός σχολείου», μιλάει για την ανάγκη «των νέων ανθρώπων των τεχνολογικών κοινωνιών» να «ανανεώνουν τις δεξιότητές τους» γιατί «καλούνται να αλλάξουν δύο ή τρία επαγγέλματα στην επαγγελματική πορεία τους». Και, υποθέτω, δεν θ’ αλλάξουν δουλειά και ειδικότητα σαν θηρευτές εμπειριών, για να βαθύνουν τη γνώση και την αυτογνωσία τους, αλλά εξαναγκασμένοι, επειδή αυτό επιτάσσει η «ευελιξία των εργασιακών σχέσεων» και η διαβόητη «ελευθερία της αγοράς», το πολιτισμικό σύστημα εν γένει που ανέκαθεν υπηρετεί η εκπαίδευσή μας. Ποιος Σόλων τώρα. Εκτός θέματος θα τον τσάκωναν κι αυτόν.

Κυριακή 18 Απριλίου 2010

πολύ ωραίο και εύστοχο!


Οραμα για τη νεολαία: όλοι ίσοι κάτω από τη βάση
Tου Nικου Γ. Ξυδακη

Τα μέτρα για την Παιδεία, που εξήγγειλε η αρμόδια υπουργός ύστερα από πολύμηνη εκκόλαψη, άλλα αμήχανα κι άλλα ασυνάρτητα, συνθέτουν ένα αντιφατικό πακέτο ενδεικτικό της αντιφατικής διακυβέρνησης που ζούμε. Η περίοδος δοκιμής για τους νέους δασκάλους λ. χ. και η παιδαγωγική κατάρτιση κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Επόμενο βήμα θα ήταν η ανάσχεση της βιομηχανίας μεταπτυχιακών τίτλων στα παιδαγωγικά τμήματα, με σκοπό την πληρωμένη εκπαιδευτικά άδεια και το επίδομα.

Η αξιολόγηση του σχολικού έργου προτείνεται δειλά και μάλλον συγκεχυμένα, ενώ δεν προτείνεται σαφής αξιολόγηση των εκπαιδευτικών· επιθεωρητής δεν προβλέπεται, οι εκπαιδευτικοί κατά κάποιον τρόπο αυτοαξιολογούνται· θετικό στοιχείο μπορεί να αναδειχθεί, υπό όρους, η ανάμειξη των συλλόγων γονέων.

Η σφοδρή αντίφαση, τώρα: η υπουργός Αννα Διαμαντοπούλου καταργεί τη βάση του 10 στις πανελλαδικές εξετάσεις για ΑΕΙ, την οποία εισήγαγε η πρώην υπουργός Μαριέττα Γιαννάκου το 2006. Θυμόμαστε ασφαλώς ότι πριν θεσπιστεί η βάση του 10 (ως μέσος όρος), έμπαιναν σε ΑΕΙ και ΤΕΙ μαθητές με μονοψήφιο μέσο όρο βαθμολογίας: 3, 4, 5... Η βάση του 10 υπολογίζεται ότι άφησε εκτός ΑΕΙ - ΤΕΙ περίπου 60.000 υποψήφιους σπουδαστές και οδήγησε σε ερήμωση διάφορες επαρχιακές σχολές, αμφιβόλου ακαδημαϊκής επάρκειας έτσι κι αλλιώς, και συνακόλουθα σε κάμψη του ιδιότυπου φοιτητικού τουρισμού προς την επαρχία.

Το δεκάρι δεν είναι πανάκεια· δεν θεραπεύει όλες τις δομικές ασθένειες του εκπαιδευτικού συστήματος· δεν προφυλάσσει το λύκειο από τον ευτελισμό, δεν καταπολεμάει την αποστήθιση. Ωστόσο, θέτει ένα όριο, διαφυλάσσει κάπως το επίπεδο των σχολών, οι οποίες υποφέρουν ήδη από συμφόρηση και κάμψη των παρεχομένων σπουδών.

Ποιο είναι το επιχείρημα της κ. Διαμαντοπούλου για την κατάργηση του 10; «Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ή μελέτη που να αποδεικνύει ότι η θέσπιση της βάσης του 10 πέτυχε στο ελάχιστο την άνοδο της ποιότητας σπουδών στα λύκεια ή στα τριτοβάθμια ιδρύματα». Μα δεν είναι καθήκον του υπεύθυνου υπουργείου να διεξαγάγει τη μελέτη που θα διαπίστωνε την αποτελεσματικότητα ή μη της βάσης; Κι όμως, η υπουργός επικαλείται την ανυπαρξία μελέτης, δηλαδή την ανυπαρξία τεκμηρίωσης και έρευνας, για να δικαιολογήσει τη δράση της... Και του χρόνου θα δούμε τι κάνουμε, είπε. Τραγέλαφος.

Αυτό που δεν ομολογεί η υπουργός είναι ότι η κυβέρνηση επιθυμεί να ξαναγεμίσει τα σχολάζοντα ιδρύματα της επαρχίας, αυτά που στήθηκαν δίκην στρατοπέδων για να προσφέρουν εύκολο εισόδημα στις τοπικές κοινωνίες: ενοίκια από γκαρσονιέρες και rooms, εστιατόρια, καφετέριες. Λαμία, Αγρίνιο, Ναύπλιο, Τρίπολη, Κόρινθος, Φλώρινα, Κοζάνη, Πρέβεζα, Αρτα, κάθε πόλη και πανεπιστημιακή σχολή, κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ. Για να παρκάρουν εκεί οι μαθητές του 5 ή του 6, αυτοί που ούτως ή άλλως δεν μπορούν ή δεν ενδιαφέρονται να πιάσουν το 10, αλλά που έτσι παρκαρισμένοι αδρανείς μένουν έξω από την επισήμως καταγραφόμενη ανεργία, αφαιμάσσοντας τις οικογένειές τους, μη καταλήγοντας σε ουσιαστική εκπαίδευση ή έστω σε ένα πτυχίο με κάποιο επαγγελματικό αντίκρισμα. Να κυκλοφορεί το χρήμα από τη μια τσέπη στην άλλη... Και η νεολαία να θάβεται σε χωματερές, να ταΐζεται με ψέματα και πέτσινα πτυχία.

Η κυβέρνηση ομολογεί ότι δεν έχει καμιά μελέτη, κανένα σοβαρό σχέδιο για μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης, δεν έχει να προσφέρει καμία σοβαρή προοπτική στη νεολαία· προοπτική σπουδών με δημιουργικό περιεχόμενο και κάποιο αντίκρισμα στην αγορά εργασίας, προοπτική εργασίας, προοπτική υγιούς εγκοινωνισμού και αξιοκρατίας. Οχι, ακόμη και τα παιδιά που δεν θέλουν ή δεν μπορούν να σπουδάσουν, αντί να προσανατολιστούν προς άλλα επαγγέλματα, δεξιότητες, τέχνες, οδηγούνται αγεληδόν στις παράγκες που αποκαλούνται ΑΕΙ, για να λιμνάσουν πληρώνοντας καφετέριες, κινητά και υπεραστικά λεωφορεία, για να ζωντανέψουν με την κατανάλωσή τους μαραμένες, εγκαταλελειμμένες επαρχιακές πόλεις.

Ιδού το όραμα: Από δεκαοκτώ χρόνων στην αδράνεια και τη φυγομαχία, στις χαμηλές προσδοκίες, στο ροκάνισμα του χρόνου. Σε μια χώρα που αποθεώνει ξεδιάντροπα την ψευδοδημοκρατία του όλοι ίσοι κάτω από τη βάση, όλοι περνούν όπου να ’ναι, ό, τι να ’ναι. Με μια κυβέρνηση που ήθελε, λίγους μήνες νωρίτερα, να κάνει copy-paste σχολικό θαύμα της Φινλανδίας. Εμεινε στο copy. Kαι σπεύδει υποκριτικά, δημαγωγικά, αναίσχυντα, να κρύψει την ανεργία, την απουσία παραγωγικών δομών, την απουσία σχεδίου, την έλλειψη κάθε οράματος, παρκάροντας τα νιάτα σε παράγκες, σταθμούς ΚΤΕΛ και καφενεία – κάτω από τη βάση.